Menu Content/Inhalt
ban-pastf.jpg
"Προσωπικό Ημερολόγιο"

gbalatsinos_book.jpgΠριν από δύο ακριβώς χρόνια ο συνταξιούχος δάσκαλος Γεράσιμος Χριστοδ. Μπαλατσινός, κάτοικος Μουργάδας εξέδωσε το προσωπικό του ημερολόγιο, ύστερα από παρότρυνση της κόρης του. Όπως ο ίδιος αναφέρει:

«Την 7η Ιουλίου 2012 Σάββατο πρωί, βρισκόμαστε στην κουζίνα στο χωριό με τη Βάσω μου και κάναμε διάφορες συζητήσεις. Μεταξύ αυτών λέγαμε για περασμένα και αξέχαστα γεγονότα και ιστορίες της ζωής που κατά κύριο λόγο αφορούσαν εμένα. Στην εξέλιξη της συζήτησης η Βάσω μου έκανε μία πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση. Τι ήταν αυτή; «Να γράψεις μπαμπά το προσωπικό σου ημερολόγιο». Έκανε την πρόταση αυτή γιατί προφανώς γνώριζε πάρα πολλά για τη ζωή μου που είναι βίος και πολιτεία, με πολλά συγκλονιστικά γεγονότα! Μετά από όλα αυτά στο μυαλό μου στριφογύριζε η σκέψη πως θα οργάνωνα τη δομή αυτού του εγχειρήματος. Τελικά τη βρήκα και το αποφάσισα.Αυτά που θα περιγράψω είναι όλες οι εμπειρίες και τα γεγονότα της ζωής μου χωρίς καμία απολύτως υπερβολή!»

 Το «Ημερολόγιο» ακολουθεί τη διαδρομή του αγαπητού δασκάλου από την παιδική του ηλικία στο χωριό, έως την επαγγελματική του διαδρομή και την επιστροφή του στην Κέρκυρα και στην Κορακιάνα. Επιλέγουμε ένα επίκαιρο (λόγω των ημερών) απόσπασμα:


«....Πρέπει να είμαστε στα 11 με 12 Νοέμβρη με Δεκέμβρη του 1940. Έγιναν από τους Ιταλούς μεγάλοι βομβαρδισμοί, στην πόλη της Κέρκυρας και σε χωριά. Φοβηθήκαμε πάρα πολύ μήπως έλθει και η σειρά του χωριού μας. Ξεκίνησε κάθε οικογένεια να εγκαταλείπει τα σπίτια στο χωριό, τραβούσαμε στο άγνωστο προς τους κάμπους και τους αγρούς.

Εμείς καταλήξαμε στα σπίτια μας που δεν ήταν και τόσο κατοικήσιμα στον Μαρμαρά! Εγώ καθυστέρησα αρκετά και πήγαινα πίσω-πίσω με τη νόνα τη Γιάννα που ήταν αρκετά γριά. Μετά από αρκετή ώρα φτάσαμε και εμείς στο Μαρμαρά Εκεί προς τη μεριά της Μούρσας φτιάξαμε με τον πατέρα μας (Χριστόδουλο) ένα αμπρίy. Όταν ακούγαμε τα αεροπλάνα και τους κρότους, τον βομβών χωνόμαστε μέσα, όσοι χωρούσαμε βέβαια. Όταν έφευγαν τα αεροπλάνα ξεπροβάλαμε από το αμπρί για να δούμε αν το χωριό ήταν ορθό. Τελικά δεν βομβαρδίστηκε η Κορακιάνα, και έτσι ούτε γάτα ούτε ζημιά.

Στο Σκριπερό, στη Βοστίτσα έπεσαν μερικές βόμβες καθώς και στο Σωκράκι. Αν είμαστε πιο ψύχραιμοι δεν θα το κουνούσε κανείς. Αυτό βέβαια κρίνεται εκ του αποτελέσματος. Όλη τη μέρα στο αμπρί και το βράδυ κοιμόμαστε στα σπίτια του Μαρμαρά. Αργότερα, επειδή θεωρήσαμε ότι εκεί κινδυνεύαμε πήγαμε αρκετά μακριά στου Τσουκάλα τον τράφο. Εκεί δεν μείναμε πολύ γιατί συμπεράναμε ότι κάναμε κουταμάρες. Όταν ηρέμησαν κάπως τα πράγματα επιστρέψαμε στο χωριό! Εκεί πάλι για το φόβο των Ιουδαίων φτιάξαμε ένα αρκετά μεγάλο αμπρί στο μέρος που ήταν η κουζίνα της Μποτσώνος. Είχαμε πάρει πλέον ειδικότητα στην κατασκευή των αμπριών. Αυτό διατηρήθηκε μέχρι πριν λίγα χρόνια όπου χώθηκε όταν έπεσε η κουζίνα όπου έγινε η κατασκευή του νέου σπιτιού......

Στην Κορακιάνα ήρθαν οι πρώτοι Ιταλοί στρατιώτες. Σαν πιτσιρικάδες που είμαστε τους είδαμε στην πιάτσα κάτω από τον Άη Νικολόπουλο καθισμένοι πάνω σε κάτι σάκους. Μετά ήλθαν και άλλοι οποίοι εγκαταστάθηκαν σε διάφορα μέρη του χωριού. Στην Παναγιά εγκαταστάθηκε μία μοίρα φορτηγών αυτοκινήτων. Εμείς τα παιδιά λόγω στερήσεων πλησιάζαμε τους ιταλούς οδηγούς και αποκτήσαμε φιλίες μαζί τους....

Εδώ θα πρέπει να αναφέρω ότι στην κατοχή λειτουργούσαν συσσίτια. Μαγείρισσα ήταν η Όλγα του Κουλουμπρή. Συνηθισμένα φαγητά ήταν μακαρόνια, φασολάδα και πλιγούρι (κοφτό). Οι Ιταλοί μπορώ να πω ότι μας φέρθηκαν καλά! Εκτός από καμιά έφοδο στα σπίτια για λίγο λάδι, τυρί ή ότι άλλο σπιτικό τρόφιμο έβρισκαν. Τότε λειτουργούσε στο σχολείο μας σχολείο ιταλικό με την επωνυμία ”SCUOLA ELEMENTARE DI ANO KORAKIANA”. Όσα παιδιά φοιτήσαμε εκεί μάθαμε αρκετά ιταλικά. Εγώ τα θυμάμαι ακόμα και σήμερα. Στην περίοδο της κατοχής, και επειδή οι Ιταλοί ήταν άνθρωποι της μουσικής και του έρωτα, αγάπησαν κορίτσια από την Κορακιάνα τα οποία και παντρεύτηκαν.......

Μετά από τη αποχώρηση των Ιταλών, που τους καταδίωξαν οι φίλοι τους Γερμανοί, ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο χωριό Γερμανοί. Δεν μπορώ να πω ότι μας έκαναν κανένα κακό. Εξάλλου και εμείς δεν τους πειράξαμε σε τίποτα!

Είχαν όμως αδυναμία στις αγγαρείες. Κάθε πρωί έκαναν γιουρούσι. Όσοι δεν μπόρεσαν, να κρυφτούν τους έπιανε η μπόχα και τραβούσαν για αγγαρεία.

Απ’ ό,τι θυμάμαι πήγα και εγώ με τον Κουλουρίδη αγγαρεία στο δρόμο του Παντελεήμονα, όπου εγινόταν επισκευή.

Εκείνο που μας προβλημάτισε και έμεινε αινιγματικό ήταν ότι κάτω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου έφτιαχναν, με αγγαρεία βέβαια, τεράστιους λάκκους που δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι τους ήθελαν. Να μας χώσουν μέσα ζωντανούς; Πότε δεν το μάθαμε γιατί έφυγαν εσπευσμένα και τα εγκατέλειψαν όλα...»

 
1940-Λόχος Λατζίδη

Με την κήρυξη του πολέμου εναντίον της Ελλάδος από τον Ιταλό δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, το ελληνικό 10ο Σύνταγμα Πεζικού βρίσκονταν σε αμυντική διάταξη για την προάσπιση της Κέρκυρας. Μετά από διαταγή του Γενικού Στρατηγείου της Ελλάδος, η Στρατιωτική Διοίκηση Κέρκυρας ανέλαβε να συγκροτήσει το 10ο Λόχο, ένα αποβατικό απόσπασμα αιφνιδιασμού από 5 Έλληνες αξιωματικούς και 213 περίπου επίλεκτους και γενναίους Κερκυραίους οπλίτες και υπαξιωματικούς με διοικητή το λοχαγό Δημήτρη Λατζίδη. Ο Λόχος θα πραγματοποιούσε επιθέσεις αιφνιδιασμού στα νώτα των Ιταλών στο μέτωπο της Αλβανίας για να τους δημιουργήσει σύγχυση και πανικό και να διευκολύνει την αντεπίθεση του Ελληνικού στρατού που απωθούσε τις εχθρικές δυνάμεις από την περιοχή των Φιλιατών.

Οι Ιταλοί εντόπισαν γρήγορα το Λόχο μετά από λάθη τακτικής ορισμένων Ελλήνων αξιωματικών και κακής συνεννόησης με την Στρατιωτική Διοίκηση. Τους επιτέθηκαν κοντά στη Σαγιάδα το χάραμα της 24ης Νοεμβρίου του 1940 με αριθμητικά υπέρτερες δυνάμεις και αεροπορικές ενισχύσεις. Οι Κερκυραίοι οπλίτες είχαν ελάχιστα πολεμοφόδια και βρέθηκαν σχεδόν ακάλυπτοι στον τόπο της θυσίας. Ο Ιταλικός στρατός που βρισκόνταν ψηλά στις πλαγιές του βουνού, με συνεχή πυρά και οβίδες και ενίσχυση από 4 αεροπλάνα τους σφυροκοπούσε μέχρι αργά το απόγευμα της ίδιας ημέρας. Οι Κερκυραίοι <<ιερολοχίτες>> δεν παραδίδονταν μέχρι που έριξαν και την τελευταία σφαίρα. Τότε οι Ιταλοί κατάφεραν να συλλάβουν γύρω στους 40 οπλίτες, κυρίως τραυματίες. Σκοτώθηκαν στο τόπο της θυσίας περίπου 80 Ελληνες οπλίτες και τρείς αξιωματικοί. Διέφυγαν κολυμπώντας ή κρύφτηκαν ελάχιστα παλικάρια. Οι Ιταλοί είχαν μερικούς νεκρούς και 100 περίπου τραυματίες.

Ήταν ο Λόχος των Κερκυραίων <<ιερολοχιτών>>, ένας Λόχος Θανάτου. Ήταν το χρονικό πολλών προαναγγελθέντων θανάτων. Έμελλε να θυσιαστούν για να λυγίσουν οι Ιταλοί εισβολείς στο μέτωπο της Ηπείρου. Πρόταξαν τα στήθη τους στο φασισμό και την πολεμοκαπηλία. Πρόσφεραν απλόχερα τη ζωή τους για να κάνουν περήφανα τα παιδιά τους. Πρόσφεραν το αίμα τους για τη λευτεριά της πατρίδας. Έδωσα τη ζωή τους για την αξιοπρέπεια του αδούλωτου λαού μας.

latzidis1.jpg


Για τους αιχμαλώτους Κερκυραίους <<Ιερολοχίτες>> ακολούθησε μια ατέλειωτη οδύσσεια στα νοσοκομεία και τα στρατόπεδα της Ιταλίας, στις χαράδρες των Ιταλικών Άλπεων, στα ανθρακωρυχεία της Σαρδηνίας, στους καταυλισμούς προσφύγων στην Ελβετία, στους δρόμους του γυρισμού, στον ελληνικό εμφύλιο, στον καθημερινό μόχθο και τις διώξεις για την επιβίωση μετά την επιστροφή τους στην πατρίδα. Ανάλογα ήταν τα βάσανα των ηλικιωμένων γονέων, των συζύγων και των παιδιών των <<Ιερολοχιτών>>.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΦΑΚΙΟΛΑ


Από το βιβλίο του Νίκου Φακιολά <<Ιερολοχίτες ζωήν...αποθέσατε>>.
Στη φωτογραφία, Έλληνες αιχμάλωτοι πολέμου σε στρατόπεδο του Ερυθρού Σταυρού στην Ελβετία, ανάμεσά τους και οπλίτες του <<Λόχου Θανάτου>>.

 
Τρύγος...από τα λαογραφικά

ΤΡΥΓΟΣ
H μυρωδιά μιας γλυκιάς ξυνίλας περιφέρεται στους δρόμους. 
Μια αναδρομή σε χρόνους που τα αμπέλια ήταν κατάφορτα. Όλων των ειδών τα σταφύλια, όλων των χρωμάτων. Γλυκά ζουμερά και ευώδη! Απαραίτητο μεταφορικό όχημα το γαϊδούρι. Εμείς δεν είχαμε και περιμέναμε να τελειώσει ο πάππους μου να μας το δώσει .Τα ''κοφίνια'' και οι ''κόφες στιβαγμένες η μια μέσα στην άλλη. Φίλοι και συγγενείς επί ποδός να βοηθήσουν. Θέρος τρύγος πόλεμος! Κόβαμε το τσαμπί με το χέρι πάνω στο κόμπο .και το ρίχναμε στο κοφίνι και από εκεί στις κόφες. Ο κακοτρύγης μόνο μας παίδευε! Ήθελε μαχαίρι. Το πόσο γλυκό ήταν αποτυπωνόταν στα δάκτυλα Κόλλαγαν ζαχαρωμένα ως ήταν. Μέλισσες και σφήκες έκαναν την επιδρομή τους! Όταν γέμιζαν οι κόφες φορτώνονταν στο γάϊδαρο και από εκεί στο σπίτι να πέσουν στο σκαφόνι'..Έπειτα η ώρα του πατήματος. Υπήρχαν άντρες που έκαναν τον πατητή. Σε εμάς τα πατούσε ο πατέρας μου. Ήθελα κάποιες φορές να μπω κι εγώ! Μα μου έλεγαν πως θα πνιγώ και πως ήταν κακό να πατούν οι γυναίκες.! Το σκαφόνι ήταν το ''άβατον''. Μια φορά ο πατέρας μου, μου έκανε τη χάρη .Με σήκωσε αγκαλιά και με έβαλε μέσα.! Βούλιαξα βέβαια ,φοβήθηκα και με έβγαλε αμέσως..Όταν είχαν πατηθεί βγάζανε τον πίρο και από εκεί με το ξεστί στο βαρέλι να βράσει' 'Πάτημα σύρμα'' λεγόταν το κρασί. Ίσως γιατί το έβαζαν κατ ευθείαν στο ''βουτσί''! Όσοι το ήθελαν μπρούσκο τα άφηναν να βράσει. Ύστερα η ιεροτελεστία του λουτρουβιού.! Εκεί μεταφέρονταν τα τσίπουρα να ζυφτούν και να βγει ο ''μπλόντζος''! Τα ζυμένα τσίπουρα φορτώνονταν ξανά σε κόφες και τα ρίχνανε στο αμπέλι να γίνει λίπασμα. Ανάμεσα στα τσίπουρα έβλεπες και πρασινωπές ρώγες που ξέφευγαν του στυψίματος. Φύλαγαν και λίγο μούστο στην 'άκρη να'' περάσουν'' τις συκομαϊδες και τα τζίτζιφα. Οι δρόμοι μύριζαν μούστο.! Μύριζαν ξυνίλα. Οι σόλες των παπουτσιών κόλλαγαν καθώς περπατούσες. Χώναμε και το δάκτυλο στο μούστο καθώς έτρεχε όταν έβγαινε ο πίρος και το βάζαμε στο στόμα.

trygos_laografia.jpg

-Μην πιεις πολύ θα σου χαλάσει το στομάχι! οι μάνες. Στα Παλιάμπελα είχαμε και πέργουλα. Άσπρα αητονύχια και κλήματα από το Σκορπιό ! Αυτά δεν ήθελαν ράντισμα και ερχότανε πολλοί να τους δώσουμε κλαδιές.

Περγουλιές ελάχιστες τώρα στο χωριό. Κι αυτές αδυνατισμένες και παρατημένες. Μόνες μελαγχολικά κοιτάζουν τους χωριανούς να μεταφέρουν έτοιμο μούστο ή κάποιοι και σταφύλια Ζακυνθινής προέλευσης. Ασκούπιστα κάτω τα κληματόφυλλα του Φθινόπωρου που εξετέλεσαν την υπηρεσία τους με το ελάχιστο φύσημα του ανέμου χορεύουν επιθανάτιο χορό. Έχω και κάτι παλιά βαρέλια χειροποίητα. Τα έχει φτιάξει ο πατέρας μου... ο θεός να τον αναπαύσει! Ήξερε καλά πρακτική αριθμητική και γεωμετρία και πάνω στη φουντωσιά λογάριαζε πόσος θα ήταν ο όγκος του βαρελιού.' ΤΟ ΗΜΙΑΘΡΟΙΣΜΑ ΤΩΝ ΔΥΟ ΒΑΣΕΩΝ ΕΠΙ ΤΟ ΥΨΟΣ χοντρικά! Το θυμάσαι; μου έλεγε περήφανος.!

Καλόπιοτο και φέτος χωριανοί και όσοι άλλοι θιασώτες...

Λεξιλόγιο:

κοφίνια= μικρά καλάθια

κόφες =μεγάλα καλάθια

σκαφόνι= μεγάλο ξύλινο ανοιχτό βαρέλι

πέργουλα= μικρές χαμηλές κληματαριές

ΔΩΡΑ ΣΠ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ

 
Περί του "Λιστόν" Κέρκυρας

kourkoulos_giannis.jpgΑπό την τελευταία επιφυλλίδα του χωριανού μας τ. Δημάρχου Κερκυραίων Γιάννη Κούρκουλου, επιλέγουμε το παρακάτω απόσπασμα, που αναφέρεται στο «Λιστόν» της πόλης της Κέρκυρας:

ΚΑΙ ΠΑΛΙΝ ΓΙΑ ΤΟ “ΛΙΣΤΟΝ”

Στο προηγούμενο Πολύπτυχο (2/2-5-2017) μιλήσαμε για την ονομασία “Λιστόν”: Και είδαμε ότι προέρχεται από τη ξύλινη κατασκευή που επί Ενετοκρατίας φτιαχνόταν στη Σπιανάδα για τις ανάγκες της τελετής του “Ingresso”. Και το στενό διάδρομο που κατασκευάζονταν για να περάσει από κάτω από το κάλυμμά του ο επίσημος Βενετός αξιωματούχος (Προβλεπτής ή άλλος) τον οποίον υπεδέχετο η Κοινότητα της πόλης με θεαματική τελετή, ερχόμενον για να αναλάβει την άσκηση των καθηκόντων του.

Ας έλθουμε τώρα στο άλλο θέμα που έχει σχέση με το “Λιστόν”: Ποιος ή ποιοι ανήγειραν (έκτισαν)  το συγκρότημα των οικοδομών;  Κι  αυτό γιατί υπάρχει η εσφαλμένη άποψη ότι τα κτίρια του Λιστόν τα έκτισαν οι Γάλλοι για στρατιωτικούς κοιτώνες. Προστρέχω και πάλιν στο βιβλίο του Λεωνίδα Στανέλλου (“Το Λιστόν της Κέρκυρας”), που εξέδωσαν από κοινού τον Ιούλιο του 2009, ο Δήμος Κερκυραίων και η Γαλλική Πρεσβεία της Ελλάδας.

Η πόλη της Κέρκυρας και η Σπιανάδα

Το έργο της διάνοιξης της Σπιανάδας εκτελέστηκε από τους Ενετούς μεταξύ 1537 και 1571. Πριν τη διάνοιξή της, ο χώρος ήταν κατειλημμένος από κατοικίες του “Μπόργκου” (1), που οι κάτοικοί τους αναγκάστηκαν να κατεδαφίσουν κατόπιν εντολής της Ενετικής διοίκησης. Μέσα στο χώρο της Σπιανάδας η οικοδόμηση ήταν απαγορευμένη (σελ. 18).

Το ιστορικό της απόφασης ανέγερσης του Λιστόν

Στις   22   Οκτωβρίου   1807,   δημοσιεύεται   διακήρυξη   απευθυνόμενη   στους   κατοίκους   της Κέρκυρας, με την οποία διατυπώνεται το ενδιαφέρον του Γενικού  Διοικητή της Κέρκυρας και των Ιονίων Νήσων Cerar Berthier, για καλλωπισμό της πόλης. Επίσης, εκφράζεται η προτροπή προς κάθε ενδιαφερόμενο που έχει την οικονομική δυνατότητα, να επωφεληθεί από την ευκαιρία που παρουσιάζεται. Έλεγε, ανάμεσα σ’ άλλα ο Γάλλος Διοικητής:

«Η   πόλη   σας   θα   γίνει   το   κέντρο   των   υπολοίπων…   πολλοί   έμποροι   θα   έρθουν   να εγκατασταθούν. Ο επισκέπτης θα μείνει κατάπληκτος, βλέποντας το Παλαιό Φρούριο ενωμένο με την πόλη, και τον περίπατο εξασφαλισμένο και προστατευμένο από κιονοστοιχίας, πάνω από τις οποίες   θα   κατασκευαστούν   οικοδομές,   που   στη   συνέχεια   θα   γίνουν  πιο   ευχάριστες   και πιο όμορφες από τη σκιά των δένδρων που θα φυτευτούν κατά μήκος της οδού» (σελ. 21).

Οι πρώτοι ιδιοκτήτες

«Με ημερομηνία 22, 23 και 25 Νοεμβρίου 1807, συντάσσονται πέντε συμφωνητικά μεταξύ

της κυβέρνησης  και  αντίστοιχων  ιδιωτών για  την  εκμετάλλευση  είκοσι  δικαιωμάτων γης  και οικοδόμηση κτιρίων στο τμήμα μεταξύ Παλαιού Φρουρίου και πόλης. Οι εν λόγω ιδιώτες ήσαν οι:  Ιωάννης Δεβιάζης  για  έξι  δικαιώματα  γης,  ο  Δημήτριος  Βράιλας  για  τρία   δικαιώματα,  ο Δημήτριος Αλεξάκης για τρία δικαιώματα, ο Αββά Βαρούχ για τρία δικαιώματα και ο Σταμούλης Δεσύλλας του Μάστρακα για πέντε δικαιώματα… Με βάση το συμφωνητικό οι οικοδομές θα έπρεπε να κατασκευαστούν σύμφωνα με το σχέδιο που είχε εγκριθεί στις 20 Νοεμβρίου του 1807 από το Γενικό Διοικητή Bertnier.  Οι ενδιαφερόμενοι, πριν την έναρξη των εργασιών, θα έπρεπε να   απευθυνθούν   στον   μηχανικό   Ιωάννη   Παρμεζάν  (2)  για   να   τους   υποδείξει   τα   όρια   των οικοδομών. Ο ίδιος θα επέβλεπε και την κατασκευή, ώστε να μην υπάρξουν παρεκκλίσεις από το εγκεκριμένο σχέδιο».

Το ιστορικό της ανέγερσης

Από το χάρτη που συντάχθηκε το 1812 «μπορούμε να υποθέσουμε ότι τη Γαλλική περίοδο

είχαν   κατασκευαστεί   ή   κατασκευάζονταν   τα   κτίρια   από   ολόκληρο   το   νότιο   σκέλος   του συγκροτήματος και δύο κτίρια από το βόρειο σκέλος… ότι είχε κατασκευαστεί η τοξοστοιχία και η περιμετρική τοιχοποιία τουλάχιστον του ισογείου. Και τα δύο σκέλη του συγκροτήματος είχαν ολοκληρωθεί   στις   πρώτες   τους   φάσεις   το   έτος   1858,   όπως   τεκμηριώνεται   από   χάρτη   της Βρετανικής περιόδου και από τη μελέτη των σχετικών οικοδομικών αδειών» (σελ. 28).

«Έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς ότι τα κτίρια που εικονίζονται στη γραβούρα του I.

Cartwright, στην αρχική τους φάση είχαν δύο ορόφους πάνω από την τοξοστοιχία. Το γεγονός αυτό   επιβεβαιώνεται   και   από   τη   μελέτη   των   οικοδομικών   αδειών.   Η   προσθήκη   του   τρίτου ορόφου και η μετατόπιση της κορνίζας της στέγης στη σημερινή της θέση, έγινε τη βρετανική περίοδο (3), γεγονός που θα μπορούσε να σημαίνει ότι το αρχικό σχέδιο της γαλλικής περιόδου (3) περιλάμβανε μόνο δυο μετά το ισόγειο ορόφους. Οι υπόλοιπες προσθήκες, τετάρτου ορόφου, υποστέγης και ταρατσών έγιναν οι περισσότερες επί βρετανών, ενώ ορισμένες έγιναν και μετά το 1864».

Για την σχέση “Λιστόν” με Rue de Pivoli

«… H αυταπόδεικτη σχέση του συγκροτήματος της Σπιανάδας με το συγκρότημα της Rue de

Rivoli    βρίσκεται   στη   σύλληψη   από   τους   Γάλλους   γενικότερα   και   από   τον  Cerar  Berthier ειδικότερα της αρχικής ιδέας για την κατασκευή ενός συγκροτήματος κτιρίων στη Σπιανάδα της Κέρκυρας, κατά το πρότυπο των αντίστοιχων που κατασκευάζονταν εκείνη την περίοδο στη Rue de Rivoli  στο Παρίσι. Όμως, η σχέση των δύο συγκροτημάτων σταματάει κάπου εδώ». (σελ. 43).

«… Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι το νέο συγκρότημα στη Σπιανάδα, έτσι όπως

τελικά σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε, περισσότερη σχέση έχει με την ενετική περίοδο του

νησιού, παρά με τη γαλλική».

Κατάρρευση δύο μύθων

- Ούτε για τους ευγενείς του Libro doro (της Χρυσής Βίβλου) έγινε το Λιστόν, ούτε μόνον αυτοί

έκαναν εκεί τον περίπατό τους.

- Ούτε οι Γάλλοι ανήγειραν τα κτίρια για στρατιωτικούς κοιτώνες.

Σε   ό,τι   αφορά   στο   εάν   το   συγκρότημα   των   κτιρίων   του  Λιστόν   έχει   ομοιότητα   με   το αντίστοιχο   της   Παρισινής  Rue  de  Rivoli,   ας   επιτραπεί   σε   εμένα,   τον   μη   έχοντα   γνώσεις αρχιτεκτονικής,   να   παρατηρήσω,   ότι   βλέπω   ομοιότητα   γενικής   εικόνας.   Δεν   μιλάω   για ταυτότητα. Κι' αυτό νομίζω ότι πιστεύουν και οι περισσότεροι Κερκυραίοι και οι επισκέπτες μας, Έλληνες και ξένοι.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΡΚΟΥΛΟΣ

 
Του Λαμπατάρη

Κι εκεί απέναντί σου

σπίθιζε γαζία αποσπερίτη

Γ. Ρίτσος

  

‘’Αϊ Γιάννη Λαμπατάρη, που χεις του Θεού τη χάρη

κι έχεις τα χρυσά Bαγγέλια και της εκκλησιάς θεμέλια

δείξε και φανέρωσε ποιος νέος θα με πάρει!

Να τόνε δω στον ύπνο μου κι αύριο στην αυλή μου.

Κι αν δεν τoν  δω στον ύπνο μου, να ακούσω το όνομά του! ‘’

 

Από βραδύς είχαν πει τα μαγικά τα λόγια οι κοπέλες του χωριού, όπως κάθε χρόνο και περίμεναν να φέξει για να ακούσουν το πρώτο αρσενικό όνομα, τη μεγάλη  είδηση που θα έφερνε η καινούργια μέρα, ένα λαχείο από το σακούλι του πεπρωμένου. Το πεπρωμένο που δε ρωτά, μόνο εμφανίζεται κάτω από συνθήκες. Το όνομα που θα άκουγαν πρώτο, αυτό θα είχε ο μελλοντικός τους σύζυγος. «Έπιανε» έλεγαν οι παλιότερες και συμβούλευαν τις νιες να κάνουν το ίδιο.

Στροβιλίζονταν οι μαύρες καψαλίθρες από τα λάμπατα των μαγιάτικων στεφανιών μέσα στο σύθαμπο του σούρουπου, μικρές αέρινες γκριζωπές πεταλούδες  που χόρευαν  τον τελευταίο χορό τους. Θνησιγενής υμέναιος, επαναληπτικός κι ελπιδοφόρος ταυτόχρονα. Ο αέρας είχε μυρωδιά ξερού χόρτου και ρίγανης. Ήταν όλοι εκεί ανήμερα τ’ Αϊ  Γιαννιού του Λαμπατάρη, μέρα του θεριστή γιομάτη ξόρκια και μάγια,  ξεχωριστή για τις ανύπαντρες νέες που θα τους φανέρωνε ο Προφήτης  το όνομα αυτού που θα γινόταν άντρας τους. Οι χωριανοί ετοίμαζαν από νωρίς τα σημεία που θα έκαιγαν το ξεραμένο στεφάνι του Μάη, μήνες τώρα κρεμόταν  πάνω από την κάσα της πόρτας, ένα λουλουδένιο ξόανο  σε ικρίωμα, ακμή και παρακμή όπως όλα τα εφήμερα. Η πατίνα των μηνών που είχαν περάσει είχε αφήσει εμφανή σημάδια  σήψης πάνω του. Καθώς η ώρα προχωρούσε τρεχάτη,άνοιγαν πόρτες και κυρίως γυναίκες και παιδιά  με την ξερή αποτύπωση του Μάη ανά χείρας πλησίαζαν κι απίθωναν στον καιόμενο σωρό το δικό τους αφιέρωμα. Έριχναν  κάμποσο σανό  για να τραφεί η φωτιά κι άρχιζαν με γέλια και φωνές να πηδούν πάνω από τις φλόγες. Οι γλώσσες της φωτιάς όσο περνούσε η ώρα θέριευαν, φώτιζαν υπερκόσμια τα πρόσωπα που πηδούσαν, έγλειφαν τα σώματα, καψάλιζαν τα πόδια, μα ήταν τόση η έκσταση που αψηφούσαν  το καψάλισμα.

Τρία ήταν τα σταυροδρόμια που  τελούνταν κάθε χρόνο το έθιμο. Άναβαν τις φωτιές και όταν οι φλόγες ζωήρευαν, μάζευαν τα φουστάνια οι γυναίκες στο ύψος του γόνατου να μη τσουρουφλιστούν, έτρεχαν για να πάρουν φόρα από μακριά και πήδαγαν το ένα μετά το άλλο τα σημεία που λαμπάδιαζαν τα σανά. Δε λογάριαζαν τίποτα. Αναστενάρηδες  θαρρείς σε θράκα προφητείας. Εκείνο το βράδυ μα και ανήμερα όλες οι ανύπαντρες έκαναν διάφορες τελετουργίες, που είχαν μάθει από τις πιο παλιές γυναίκες με στόχο πάντα τον υποψήφιο γαμπρό. Άλλες κουβάλαγαν το ‘’αμίλητο νερό’ ’από το κοντινότερο πηγάδι, άλλες έλιωναν το μολύβι και το έριχναν στο νερό και διάβαζαν τα σχήματα , άλλες έβαζαν κουκιά κάτω από το προσκέφαλο. Μια μυσταγωγία, μια αίσθηση ανεξήγητου μυστηρίου πλανιόταν απ’ άκρη  σ’ άκρη στο χωριό.

Κρεμασμένη στο παράθυρο η Αυγή κράταγε ακόμα και την ανάσα για να ακούσει όλα όσα συνέβαιναν  λίγο πιο πάνω από το σπίτι της. Πόσο λαχταρούσε να τρέξει  κι αυτή πάνω από τις φωτιές, να γελάσει με τα παιδιά, μικρό κορίτσι που δεν είχε καμιά γνώση του κόσμου, άβγαλτη προνύμφη σε κουκούλι μέσα, είχε  καταχωνιάσει  τον πόθο για παιχνίδι και γέλιο. Ένα γιατί, μία απορία είχε πάντα στην ψυχή, μα ποιος νοιαζόταν, βυθισμένοι οι μεγάλοι στα δικά τους δεν ασχολήθηκαν ποτέ μαζί της, ένα παιδί τρομαγμένο, δειλό, διάφανο, πουλάκι που δεν πρόλαβε να χνουδιάσει κι είχε βαριά την ψυχή. Κάποιες στιγμές έκλεινε τα μάτια και άνοιγε τα ρουθούνια να μυρίσει τον αέρα. Η φαντασία ζωγράφιζε τις εικόνες. Χαμογελούσαν  τότε τα παιδικά τα χείλη. Ήταν κι εκείνη εκεί μαζί με τους υπόλοιπους για ένα όσο κρατούσε το σφάλισμα των βλεφάρων. Ποτέ δεν είχε παρακολουθήσει το έθιμο, μόνο ότι είχε ακούσει από κουβέντες Η φαντασία όμως πάντα πλάθει εικόνες που ξεπερνούν τις πραγματικές. Θα μπορούσε να περιγράψει  με λεπτομέρειες όλη την σκηνή! Κι εκείνο το αμυδρό χαμόγελο που ζωγράφιζε τα χείλη απαλή φτερούγα που πέταγε στα σύννεφα. Ευτυχώς που υπάρχει και η φαντασία , ευτυχώς που η Αυγή την είχε πολύ ανεπτυγμένη......

 [Απόσπασμα από το υπό έκδοση ιστορικό μου μυθιστόρημα που έχει να κάνει με πρόσωπα και πράγματα του χωριού μας. Αφιερωμένο λόγω της ημέρας του Άη Γιάννη του Λαμπατάρη σε όλους τους απανταχού Κορακιανίτες]

Δώρα Σπ. Μεταλληνού

 
Locations of visitors to this page
Forecast | Maps | Radar