Οι γιορτές των παιδικών μας χρόνων... | | Εκτύπωση | |
Γράφει ο/η Κώστας Απέργης | |
24.12.07 | |
«Βαρβαρίτσης, Νικολίτσης κι Άγιος Σάββας μες στη μέση»... Και ποιος δεν γυρίζει πίσω, στα παιδικά του χρόνια, για να ξαναζήσει τη μαγεία με την οποία η παιδική αθωότητα έντυνε αυτές τις μέρες; Έτσι, όλοι μας φαντάζομαι, ανακαλούμε με φόντο τη χειμωνιάτικη Κέρκυρα, μνήμες από γεγονότα της εποχής, αρωματισμένα με τα αρώματα της σπιτικής κουζίνας, αλλά και εκείνα τα αρώματα της ψυχής, που διαχέονταν από τα διαδραματιζόμενα στους χώρους της θρησκευτικής κατάνυξης και της γιορταστικής γλεντοκοπικής συντροφιάς...
Και ξεκινούσε η Αγία Βαρβάρα τον γιορταστικό κύκλο. Στην Παναγία και τον Άη Γιώργη η πανήγυρις, ο Άγιος Σάββας στην εκκλησία του Άη Νικολόπουλου και ο Άη Νικόλας στην ομώνυμη εκκλησία του Καμπουλιώτη. Κατόπιν ο Άγιος Σπυρίδωνας και ο Άη Λευτέρης.«Σπερνά» το προσφερόμενο ευλογημένο έδεσμα. Έθιμο αιώνων, για να τιμηθεί η καρποδότρα γη και να ευλογηθεί η τροφοδότρα ιδιότητά της, ώστε να συνεχίσει να τρέφει τα πλάσματα που κρατεί στην αγκαλιά της. Τ' Αγιού, ήταν κάτι το ξεχωριστό. Πολιούχος του νησιού, είχε κάτι παραπάνω από τις άλλες γιορτές. Και πρώτα, πολλοί οι εορτάζοντες. Έτσι λοιπόν, σχεδόν σε όλα τα σπίτια μοσχομύριζαν οι ζεστοί και αφράτοι «τηγανίτες», που συνοδεύονταν, στους Σπύρους, και από άλλους μεζέδες, γλυκά, αλλά και καλό Κορακιανίτικο κρασί.
Επίκεντρο όμως όλων αυτών ήταν η εκκλησία και τα «αυγινά». Κι ήταν τα τελευταία, οι εκκλησιαστικές ακολουθίες που τηρούσε ο Παπακουρίνης, ακολουθώντας το μοναστηρίσιο Αγιορείτικο τυπικό. Κι αποκτούσε κάτι το ηλεκτρισμένο η ατμόσφαιρα, όταν στις δυόμιση το πρωί χτυπούσε η καμπάνα καλώντας τους πιστούς στην εκκλησία. Και τρέχαμε τα παιδιά, και μαζευόμαστε παρέες και δημιουργούσαμε το δικό μας κλίμα για την περίσταση, λίγο στην εκκλησιά και λίγο στους σκοτεινούς δρόμους, με κάποιο φακό, υποτίθεται για να βλέπουμε, όταν μας ήταν γνωστά και τα τελευταία λιθαράκια του χωριού από τα καθημερινά μας παιγνίδια. Η περίσταση δημιουργούσε όμως το δικό της κλίμα και υπαγόρευε τους δικούς της νόμους. Κι ήταν οι νόμοι οι προαιώνιοι, αυτοί του «ανθρώπου συλλέκτη» και δεινοπαθούσαν τα βράδια αυτά οι μανταρινιές του χωριού, με πρώτες και καλύτερες της Δασκάλας στου Παυλιανίτη και του Βλάνκα στον Άη Γιώργη. Από αυτή την άποψη, το «ληνύχτιο» στον Άγιο ήταν το πλέον προσοδοφόρο, λόγω της μεγάλης του χρονικής διάρκειας.
Κι έρχονταν τα Χριστούγεννα, με τις σχολικές διακοπές. Στον Άη Θανάση οι Μεγάλες Ώρες την παραμονή από τις δυόμιση το πρωί, ως συνήθως. Μέσα σ' αυτό το Παπαδιαμαντικό σκηνικό, εκυοφορείτο η υπέρτατη στιγμή του συνταρακτικού γεγονότος της λύτρωσης, η στιγμή της γέννησης του Θεανθρώπου, η στιγμή της απογείωσης της ανθρώπινης ψυχής, για να ενώσει τη φωνή της με τους ύμνους των στρατιών των αγγέλων που ανεβοκατέβαιναν στις σκάλες του ουρανού. Κι έβγαινε ο Παπακουρίνης ντυμένος την ιερατική του στολή, κρατώντας λαμπάδα αναμμένη στο ένα χέρι και το θυμιατό στο άλλο, και αντηχούσε η εκκλησία από τις μελωδικές φωνές του παπά και των ψαλτριών «Χριστός γεννάται, δοξάσατε...». Κι έστερναν το μήνυμα οι καμπάνες σημαίνοντας "αλάρμα" σ' όλο το χωριό, ξυπνώντας αυτούς που ράθυμα είχαν μείνει στη ζεστασιά του κρεβατιού τους. Και έλαμπε η εκκλησιά, έλαμπαν τα πρόσωπα και οι καρδιές, σαν το αστέρι της Βηθλεέμ να σταματούσε για λίγο το δρόμο του, για να φωτίσει την άγνωστη κα;ι άσημη γωνιά της δικής μας εκκλησίας με το θεϊκό του φως... Και του χρόνου!!!
ΚΩΣΤΑΣ ΑΠΕΡΓΗΣ
|
|
Τελευταία ανανέωση ( 12.12.17 ) |
< Προηγ. | Επόμ. > |
---|