"Η Μάγκαινα" (Χρονογράφημα) | | Εκτύπωση | |
Γράφει ο/η Αντ'ωνης Πρεντουλής | |
08.12.12 | |
Η αφορμή για το χρονογράφημα μου δόθηκε από την πρόσφατη ανακοίνωση του Υπουργού Παιδείας για τη χορήγηση, από τον ερχόμενο Φεβρουάριο, γάλακτος και φρούτων στα σχολεία, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο υποσιτισμός των παιδιών, λόγω της οικονομικής κρίσης. Ο νους μου ταξίδεψε πίσω στο χρόνο, κάπου εκεί στο 1965 και 66 όταν, μαθητής στην πρώτη και δευτέρα τάξη του δημοτικού στον Αι Λιά στην Περίθεια, έτρωγα στο συσσίτιο του σχολείου. Σ’ ένα μικρό χώρο, σα θεατράκι, δίπλα στο σχολείο, είχε οργανωθεί πρόχειρα ένα μαγέρικο και μερικά τραπέζια για να καθόμαστε να τρώμε και πρωταγωνίστρια …η μαγείρισσα , η Μάγκαινα …έτσι ήταν το παρατσούκλι της, ο «Μποτρίνι» της εποχής σα να λέγαμε. Στα μάτια μου φαινόταν τεράστια, μέσα στη χοντρή ρόμπα της, με κόκκινα μάγουλα από τη φωτιά που έκαιγε για να βράσει το καζάνι και ένα μαντίλι δεμένο στο κεφάλι για να μην κρυώνουν τα αυτιά της. Στο χέρι της κρατούσε μόνιμα την κουτάλα… και τι κουτάλα μεγαλύτερη από το κεφάλι μου. «Για σας παιδιά, έχει ωραίο πλιγούρι σήμερα», μας πρόφταινε ενώ πλησιάζαμε στο σχολείο …και η είδηση μας έκοβε τα ποδάρια. Μετά την καθιερωμένη προσευχή και τον Εθνικό Ύμνο ο κύριος Δημήτρης, ο δάσκαλος, μας οδηγούσε στο μαγέρικο και πίναμε το γάλα ή το τσάι με μία φέτα ψωμί με βούτυρο ή μαρμελάδα. Πόσο μου άρεσε εκείνο το πρωινό …στο σπίτι δεν είχε τίποτα, εκτός από κάποιες φορές που έμεναν λίγα λάχανα (χόρτα) ή τα όσπρια που είχε βάλει η μάνα μου από βραδύς να βράσουν στη φωτιά και τρώγαμε το ζουμί με ψωμί. Κι το ψωμί τι ωραίο που ήταν «…από το μαγαζί, αγοραστό», καμία σχέση με αυτό στο σπίτι που ήταν ζυμωμένο από ελαφρώς μουχλιασμένο αλεύρι και ψημένο κατά πως ήταν ο καιρός, γιατί δεν έκαιγε καλά ο φούρνος. «Πάμε για μεσημεριανό τώρα», έλεγε ο δάσκαλος κατά τις μία η ώρα και αμέσως όλοι μαζεύαμε τα λιγοστά βιβλία, τα τετράδια, τις πλάκες και τα κοντύλια και βγαίναμε από την αίθουσα κατευθυνόμενοι προς το μαγέρικο για τη δεύτερη παράσταση ….το γεύμα. Το μενού σταθερό με κύριο πιάτο μπακαλάρο με πατάτες και κρεμμύδια, ακολουθούσαν φακές, φασόλια, πλιγούρι και μανέστρα με χοιρινό (πετσαλίνα) ή κωλόγαλους, με τα συνοδευτικά τους τουρσί, ελιές, αρμυροσαρδέλες και χαλβά καμιά φορά. Η Μάγκαινα μας υποδεχόταν μέσα στην αίθουσα και ανήγγελλε το μενού: «Πλιγούρι σήμερα, έχει και περίσσευμα»… δεύτερο πλήγμα «το περίσσευμα». Ο δάσκαλος καθόταν απέναντι και λύγιζε στα χέρια του τη βέργα, δεν ήταν δυνατόν να φύγεις χωρίς να αδειάσει το πιάτο… και όταν τα κατάφερνα νάσου η Μάγκαινα με την τεράστια κουτάλα και την κατσαρόλα με το περίσσευμα. Με ένα νεύμα του δασκάλου η κουτάλα γεμάτη προσγειωνόταν και «πλημμύριζε» το πιάτο μου, δεν τολμούσα να πω τίποτα γιατί συνήθως τις είχα φάει το πρωί για τι δεν ήξερα ή δεν έγραψα κάτι, να τις φάω και για το φαί; πήγαινε πολύ, έκανα λοιπόν υπομονή και άδειαζα και το δεύτερο πιάτο έπαιρνα και ένα μήλο ή πορτοκάλι στην τσέπη και έφευγα για το σπίτι. Αυτά μας θυμίσατε κύριε Υπουργέ, τα συσσίτια όμως δεν μας έβλαψαν, αργότερα τα οικονομικά μας βελτιώθηκαν τα συσσίτια κόπηκαν, σπουδάσαμε, σταδιοδρομήσαμε είχαμε μέσα μας τα μηνύματα και την ελπίδα για είναι καλύτερο αύριο … τώρα υπάρχει ελπίδα;… ποιό είναι το αύριο όταν το σήμερα είναι τα συσσίτια; Εκτός αν για μία ακόμα φορά σκεφτούμε αισιόδοξα, γιατί «υπάρχουν και χειρότερα», μόνο που αυτά ήταν τότε ο πόλεμος, η πείνα, η κατοχή όπως μας έλεγαν οι γονείς μας. Αντώνης Πρεντουλής |
< Προηγ. | Επόμ. > |
---|