Τα 100 χρόνια... | | Εκτύπωση | |
Γράφει ο/η Κωνσταντίνος Τσαγκαρογιάννης | |||
22.03.17 | |||
«Αρχαίο πνεύμα αθάνατο...» Κωστής Παλαμάς Η Επτανησιακή Σχολή Το πρώτο μουσικό φως στην απολυτρωμένη Ελλάδα διαχύνεται απ’ την επτάφωτη πλειάδα των νησιών του Ιονίου:είναι η Επτανησιακή Σχολή. Πατριάρχες της ο Διονύσιος Σολωμός και ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος. Στα τέλη του προηγούμενου και στα πρώτα χρόνια του εικοστού αιώνα ακμάζει ένας Έλληνας συνθέτης, επτανήσιος και αυτός. Διακρίθηκε στην πρώτη γραμμή για τη συμφωνική του τέχνη, την ευλυγισία της ενορχήστρωσης και για το θερμό κι ευγενικό αισθηματισμό του. Είναι ο Κερκυραίος Σπύρος Σαμάρας. Γεννήθηκε στα 1861 και περιβάλλεται με λαμπρή και βαρειά πανοπλία ύστερα από τα χρόνια των σπουδών του στην Ιταλία και το Παρίσι. Στη Σκάλα του Μιλάνου Η γενική καλλιτεχνική του μόρφωση και η εντατική του εργασία, τον αναδεικνύουν πολύ γρήγορα στην πρώτη γραμμή της ιταλικής σχολής του Βερισμού, στην οποία προχωρεί αφού παίρνει το μεγάλο Χρίσμα στην Ιταλία με την θριαμβευτική επιτυχία της όπεράς του «Φλόρα Μιράμπιλις», που παίχτηκε στη Σκάλα του Μιλάνου στα 1887. Ο Έλληνας συνθέτης πολιτογραφείται έκτοτε στην Ιταλία, όπου όλα του τα έργα αναβάζονται με όλες τις τιμές στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα της Ιταλίας: η «ετζέ» στη Ρώμη στα 1888, η «Νταμάτα» στο Μιλάνο στα 1895, η «Στόρια ντ’ Αμόρε» στο Μιλάνο στα 1903, η «Δεσποινίς ντε Μπελ-Ιλ» στη Τζένοβα στα 1906. Και το αποκορύφωμα της συνθετικής του καριέρας: η «Ρέα» στα 1908 στο θέατρο «Verdi» της τοσκανικής Φλωρεντίας, της γης των Τριών αναγεννησιακών ποιητών Πετράρχη, Δάντη, Βοκάκιου. Η «Ρέα» παίχτηκε ακόμα στην Πόλη και στην Αθήνα στα 1910 με τη διεύθυνση του Σαμάρα. Ο συνθέτης υπαγόρευσε ο ίδιος στον λιμπρεττίστα του Πωλ Μιλλιέ τη υπόθεση του έργου του, που το ήθελε ελληνικό. Οι Ήρωες
Το δράμα της «ρέας» ξετυλίγεται στην εποχή των Γενοβέζων το
δέκατο τέταρτο αιώνα, που είχαν εγκαθιδρύσει στη Χίο ένα είδος «δημοκρατίας»
επιζητώντας την ευδαιμονία, τη χλιδή και το μεγαλείο. Η ελληνίδα ηρωίδα του
μελοδράματος είναι σύζυγος του Γενοβέζου άρχοντα Σπινόλα. Η Ρέα όμως από τα
παιδικά τη χρόνια συνδέεται με αγνό έρωτα με τον ωραίο αθλητή Λυσία, τον
ελευθερωτή του νησιού από τις επιδρομές του φοβερού κουρσάρου Τράκα. Όμως, τον
Λυσία αγαπούσε μυστικά και η Δάφνη, η κόρη του Άρχοντα από τον πρώτο γάμο του.
Εκείνος όμως της αρνείται τον έρωτά της. Ο μυστικοσύμβουλος του άρχοντα
Βενετσιάνος Γκουάρκα είναι επίσης φλογερά ερωτευμένος με τη Ρέα. Η περήφανη Ρέα
όμως τον αποκρούει. Κι εκείνος που υποψιάζεται τον έρωτά της σκοτώνει τον
άμοιρο Λυσία. Η Ρέα απελπισμένη πίνει το δηλητήριο που είχε κρυμμένο στο
δαχτυλίδι της και ξεψυχάει αγκαλιάζοντας το νεκρό αγαπημένο της.
Ο Ύμνος και το τραγούρι του Ναύτη Η μουσική της Ρέας είναι γεμάτη ακτινοβολία. Ενώνει την έντονη φυσιολατρεία που αναδίνεται από το μαγεμένο νησί του Αιγαίου με το κυρίαρχο ερωτικό πάθος που φλογίζει τα δύο κυρίαρχα πρόσωπα του έργου, τον Λυσία και τη Ρέα. Στην εισαγωγή της Ρέας, ο Σαμάρας παρεμβάλει σ’ ευρύτατα σχεδιασμένο συμφωνητικό διάγραμμα τον περίφημο «Ολυμπιακό Ύμνο» που έγραψε ππάνωστις στροφές του Παλαμά «Αρχαίο Πνεύμα Αθάνατο» για την πρ’ωτη έναρξη των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων στα 1896 και που διεύθυνε ο ίδιος τότε στο Παναθηναϊκό Στάδιο επικεφαλής όλων των Φιλαρμονικών της Ελλάδος. Οι παρθένες της Χίου, που παρελαύνουν συχνά στο έργο με τα λευκά πέπλα τους, σαν αρχαίες κανηφόρες και στεφανηφόρες, τραγουδούν ερωτικές στροφές πάνω στο δημοτικό μοτίβο του «Καράβι έν από τη Χιό...» και το υποβλητικό «Έγια μόλα...» του Ναύτη, που ακούεται μεσ’ από τη φελούκα του, δείχνουν την προσπάθεια του Σαμάρα να δημιουργήσει στο έργο του μίαν ελληνική ατμόσφαιρα. Υ.Γ. Η Εθνική Λυρική Σκηνή ανεβάζει τη «Ρέα» στις 19 Μαϊου 2017 για τα 100 χρόνια από το θάνατο του συνθέτη στο «Κέντρο Πολιτισμού Σταύρος Νιάρχος».
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΑΓΚΑΡΟΓΙΑΝΝΗΣ |
|||
Τελευταία ανανέωση ( 26.03.17 ) |
< Προηγ. | Επόμ. > |
---|