Η Κορακιάνα του Χθες... |
Η Κορακιάνα και η περιοχή της είναι από τις παλιότερες και ιστορικότερες περιοχές της Κέρκυρας. Γεωγραφικά ορίζεται προς βορρά από το βουνό Κοράκιο , μέρος της οροσειράς του Παντοκράτορα, η αρχαία Ιστώνη , που αναφέρει ο Θουκυδίδης στα Κερκυραϊκά του. Εδώ είχαν καταφύγει οι αριστοκρατικοί κυνηγημένοι από τους δημοκρατικούς, κατά τις ταραχές που προηγήθηκαν και στάθηκαν αφορμή για το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού πολέμου. Νότια φτάνει στη θάλασσα από τον Ύψο ως το Γουβί και τις στεριανές εκτάσεις του τελευταίου. Ανατολικά συνορεύει με το χωριό Άγιος Μάρκος και δυτικά με το χωριό Σκριπερό. Το κεντρικό μέρος της περιοχής χαρακτηρίζεται από ένα κάμπο, που προήλθε από καθίζηση και ο οποίος περικλείεται από το προαναφερθέν βουνό και μια σειρά γυψωδών λόφων προς νότο.Η περιοχή του Ύψου λειτουργούσε ανέκαθεν σαν λιμάνι . Ήταν το σημείο που σε καιρούς ειρηνικούς το εμπόριο και η αλιεία προσκόμιζαν αγαθά και πλούτο στους κατοίκους, ενώ σε περιόδους πολεμικών συγκρούσεων εκεί εύρισκαν εύκολη πρόσβαση οι επιδρομείς, για να αποβιβαστούν και να στήσουν τα προγεφυρώματά τους, μέσω των οποίων θα προσπαθούσαν να εκπορθήσουν την οχυρωμένη πόλη της Κέρκυρας. Και ήσαν πολλές οι επιδρομές και η εξ αυτών βαριά πληρωμή σε αίμα, καταστροφές και αιχμαλωσίες, που πλήρωσε η περιοχή.
Η Κορακιάνα ακολούθησε στο πέρασμα των αιώνων την τύχη της υπόλοιπης Κέρκυρας. Η ανυπαρξία ανασκαφών στην περιοχή και οι κατά καιρούς καταστροφές από επιδρομείς, δεν έχουν επιτρέψει μέχρι σήμερα την εύρεση μνημείων, που θα μας μιλούσαν για την απώτερη ιστορία της περιοχής. Όπως και στο υπόλοιπο νησί, ασφαλώς θα πέρασαν, μετά την κατάκτηση της Ελλάδας, οι Ρωμαίοι για να τους διαδεχτούν οι Βυζαντινοί, οι Ενετοί {1204-1214}, το Δεσποτάτο της Ηπείρου {1214-1267}, οι Ανδιγαβοί {1267- 1386} και ξανά οι Ενετοί {1386-1797}. Πρώτη Γαλλική κατοχή{1797-1800}, "Ιόνιο Κράτος" {1800-1807}, δεύτερη Γαλλική κατοχή {1807-1814}, υπό Αγγλική «προστασία» με τη συνθήκη των Παρισίων {1815-1864}, για να ενσωματωθεί στο μητρικό κορμό τελικά το 1864 και να ακολουθήσει έκτοτε τις τύχες της Ελλάδας. Αναφέρουμε δύο ιστορικές στιγμές της Κέρκυρας κατά τις οποίες η Κορακιάνα υπέστη φοβερές καταστροφές και αποδεκατίστηκε ο πληθυσμός της: Η πρώτη και φοβερότερη ήταν το 1537, όταν ο τούρκος ναύαρχος Χαϊρεδίν Μπαρμπαρόσα αποβίβασε στην παραλία του Ύψου περί τις 25.000 τουρκικό στρατό. Οι επιδρομείς κατέστρεψαν τότε την Κορακιάνα, αποτυχόντες δε να καταλάβουν την πόλη της Κέρκυρας, στη φυγή τους πήραν μαζί τους χιλιάδες αιχμαλώτους από τη γύρω περιοχή. Λίγοι σώθηκαν που κατέφυγαν στο Αγγελόκαστρο και κάποιοι ασφαλώς που είχαν την τύχη να μην ανακαλύψουν τους κρυψώνες τους οι Τούρκοι. Δεκάδες χρόνια μετά, οι πηγές αναφέρουν αναστυλώσεις, κυρίως εκκλησιών, οι οποίες είχαν καταστραφεί από εκείνη την επιδρομή. Η δεύτερη επιδρομή έγινε το 1716 όταν, πάλι στον Ύψο, αποβιβάστηκαν χιλιάδες τούρκοι στρατιώτες με σκοπό την κατάληψη της πόλης. Και πάλι φόρος αίματος και καταστροφών, μέχρι που κι αυτή η επιδρομή απέβη μάταιη για τον επιδρομέα. Ο πληθυσμός του χωριού ανανεώθηκε αρκετές φορές με εγκατάσταση ανθρώπων από άλλες περιοχές, της δούλης τότε Ελλάδας, οι οποίοι έφευγαν κυνηγημένοι από τους Τούρκους ή ερχόμενοι από τις κτήσεις του Αιγαίου, της Κρήτης ή της Πελοποννήσου, όπως συρρικνωνόταν το Βενετσιάνικο κράτος. Μεγάλο μέρος των κατοίκων του χωριού προήλθε, αμέσως μετά το 1204, από τα παράλια της Μ. Ασίας και τη Θράκη, ενώ στο διάστημα της Ενετικής κατοχής σημειώθηκαν εποικισμοί και από νησιά του Αιγαίου, την Πελοπόννησο και την Ήπειρο. Παρά τη μακραίωνη ξένη κυριαρχία, ο πληθυσμός διατήρησε την ελληνικότητά του, οχυρωμένος πίσω από τη γλώσσα, την ορθόδοξη χριστιανική πίστη, τα ήθη και έθιμά του, που του επέτρεψαν όχι μόνο να επιβιώσει, αλλά και να αφομοιώσει κατά καιρούς, εποίκους άλλων λαών και άλλων θρησκειών. Από τις παλιότερες οικογένειες που αναφέρονται και οι οποίες εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι τις μέρες μας , είναι αυτές με το επώνυμο: Σαββανής (1473 μ.χ.) και Βραδής, Μάντηλας, Ιωνάς, Μάρκος, Μεταλληνός, Λάσκαρης, Καλούδης, Λινοσπόρης, Ρέγγης, Μπαλατσινός, Κένταρχος και Κεφαλλονίτης στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα. Εντυπωσιακός επίσης είναι και ο αριθμός των ναών, ο οποίος ανέρχεται σε 28 στην περιοχή της σημερινής Άνω Κορακιάνας και 15 στην Κάτω Κορακιάνα. Εξ αυτών, δύο στην Άνω και δύο στην Κάτω Κορακιάνα, έχουν διασωθεί ως τοπωνύμια, και από ένας σε κάθε περιοχή είναι ερειπωμένοι. Υπάρχει και ένας διαδημοτικός ναός, ο Άγιος Ονούφριος, ο οποίος ανακαινίστηκε από Κορακιανίτες μοναχούς και λειτούργησε ως μοναστήρι, βρίσκεται όμως στην περιοχή του χωριού Γαρδελάδες και η Κορακιάνα έχει κτητορικά δικαιώματα κατά το ¼. Ο μεγάλος αυτός αριθμός ναών δικαιολογείται αφενός από το μέγεθος και τη ζωτικότητα του χωριού και αφετέρου από λόγους οικονομικούς, καταγωγής των κτητόρων, κοινωνικού κύρους και έμπρακτης κατάθεσης ομολογίας στο χριστιανικό δόγμα. Τα επαγγέλματα και οι ασχολίες των κατοίκων υπήρξαν η γεωργία, με βασικά προϊόντα παραγωγής το λάδι και το κρασί, η κτηνοτροφία μικρών και μεγάλων ζώων, η υφαντική τέχνη και το εμπόριο. Η παιδεία ακολούθησε την εξέλιξη της εποχής, από τον μεσαίωνα προς το διαφωτισμό, όπως αυτή μεταφερόταν από την προστάτιδα Βενετία, έχοντας όμως παρακαταθήκη ισχυρή τη βυζαντινή και αρχαιοελληνική γραμματεία. Επί Αγγλικής «προστασίας» πολλοί Κορακιανίτες διέπρεψαν οικονομικά στην πόλη της Κέρκυρας, κυρίως σαν ιδιοκτήτες και εργάτες φούρνων, αλλά και γενικά στο εμπόριο, κάτι που διατηρήθηκε μέχρι τις μέρες μας. Η οικονομική αυτή ευμάρεια έφερε και την πνευματική και μορφωτική άνθηση, με πολλά παιδιά να ακολουθούν το δρόμο των γραμμάτων και της επιστήμης, στον ευρύτερο κερκυραϊκό χώρο, αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα μετά την Ένωση. Αλλά και το ίδιο το χωριό στο εσωτερικό του δεν έμεινε ανεπηρέαστο, έχοντας να επιδείξει ένα υψηλό μορφωτικό επίπεδο, που εκφραζόταν σε πολιτιστικές και άλλες εκδηλώσεις μέχρι τις μέρες μας. Αξίζει να αναφερθεί ο «Καρνάβαλος», που, στην περίοδο της Αποκριάς, διασκέδαζε ντόπιους και ξένους με πρωτότυπη και έξυπνη σάτιρα, καυτηριάζοντας συγχρόνως τα κακώς γενόμενα της χρονιάς, και λειτουργούσε νουθετικά και αποτρεπτικά για πράξεις που προσβάλλουν την ηθική και έννομη τάξη της κοινωνίας του χωριού. span>Επίσης, η λειτουργία των καφενείων (που ήταν πολλά), όπου ανάμεσα στον καφέ, το κρασί, την μπρίσκολα, το σόλιο και το τρισέτε γίνονταν συζητήσεις και ακούγονταν αναλύσεις πολιτικών, αλλά και διαφόρων άλλων θεμάτων, που αφορμή έδινε η εφημερίδα, που ήταν σε κάθε τέτοιο μαγαζί. Αυτή είναι μια εικόνα αμέσως μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, οι ρίζες της οποίας βρίσκονται αρκετές δεκαετίες πίσω, όταν οι ιδέες του διαφωτισμού γονιμοποίησαν και την κοινωνία του χωριού. Πολιτιστικά σωματεία ιδρύονται πριν από τον πόλεμο. Ο μουσικός σύλλογος "Ορφέας" με μαντολινάτα και χορωδία (1931), θα δώσει το σπόρο για να ιδρυθεί το 1958 η Φιλαρμονική "Σπύρος Σαμάρας", που συνεχίζει μέχρι σήμερα την πολιτιστική και μορφωτική προσφορά της στην κοινωνία του χωριού. Κατά καιρούς έχουν δημιουργηθεί και διάφορα μουσικά και θεατρικά σχήματα, είτε μέσα στην εν λόγω Φιλαρμονική, όπου δημιουργήθηκαν δύο θεατρικές ομάδες μία παιδική και μία ενηλίκων, με "ψυχή" της προσπάθειας τον Ηλία Π. Μεταλληνό (Μάρτη), είτε ανεξάρτητα, με αξιόλογη προσφορά. Διάφοροι επιστήμονες και καλλιτέχνες έδωσαν και δίνουν το δικό τους παρόν με το έργο τους, όπως ο γιατρός Μάνθος Μεταλληνός, ο Γεώργιος Ζερβόπουλος υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Σπύρος Μεταλληνός καθηγητής της Νομικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο Τηλέμαχος Σαββανής αναπληρωτής καθηγητής της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Πειραιώς, ο ζωγράφος-αγιογράφος Διονύσιος Σγούρος και άλλοι καταξιωμένοι ζωγράφοι, λαϊκοί στιχουργοί σατυρικοί κυρίως όπως ο Παπακουρίνης {Γρηγόριος -Νικόλαος Σαββανής}, κ.ά. Ένα πλήθος άλλων πνευματικών ανθρώπων, επιστημόνων και καλλιτεχνών δίνουν την ελπίδα για συνέχιση της πλούσιας παράδοσης του χωριού στον πολιτισμό.
Τέλος στο χώρο της οικονομίας και των κοινωνικών σχέσεων καταγράφεται ο «Γεωργικός Συνεταιρισμός», ο παλαιότερος του νησιού με έτος ίδρυσης το 1918, ο οποίος πολλά προσέφερε, κυρίως πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην οικονομία και στην κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη των Κορακιανιτών και ο οποίος συνεχίζει τη λειτουργία του μέχρι τις μέρες μας.
|