Περί εορτών...
Γράφει ο/η Κώστας Απέργης   
08.01.14

 «Βίος ανεόρταστος μακρά οδός απανδόκευτος», δηλαδή «ζωή χωρίς γιορτή είναι δρόμος μακρύς χωρίς πανδοχείο» λέγανε οι παλιοί. Εννοούσανε βέβαια το ανούσιο και κουραστικό του να ζει κανείς μόνο για να εργάζεται, χωρίς να παρεμβάλλονται κάποιες μέρες ξεκούρασης και διασκέδασης, οι οποίες θα αποσπούσαν τον άνθρωπο από τη μονοτονία της καθημερινότητας και θα βοηθούσαν στην ανανέωση των δυνάμεων σωματικών και ψυχικών.

Ως τέτοιες μέρες επινοήθηκαν οι εορτές.

Από τα πανάρχαια χρόνια οι άνθρωποι λάτρεψαν τη Φύση και τα Φυσικά φαινόμενα. Τα προσωποποίησαν, τα θεοποίησαν και καθόρισαν ημέρες λατρείας αυτών των θεών πια, κατά τις οποίες απείχαν από εργασίες και συμμετείχαν σε ποικίλες τελετές και δραστηριότητες.

Άλλες περιπτώσεις εορτών είναι αυτές που σχετίζονται με εποχιακές δραστηριότητες στις γεωργικές και κτηνοτροφικές ενασχολήσεις ( σπορά, θερισμός, τρύγος, κουρά προβάτων κλπ  ),  διάφορα οικογενειακά και προσωπικά γεγονότα (γάμοι, γεννήσεις κλπ ), καθώς και ονομαστικές εορτές.

Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις δίνεται η ευκαιρία για συγκέντρωση φίλων και συγγενών σε κάποιο σπίτι, γύρω από ένα τραπέζι, όπου τον πρώτο λόγο έχει το φαϊ και το ποτό που με τη σειρά τους φέρνουν τη συζήτηση, το κέφι τη χαρά το τραγούδι, το χορό, τις γνωριμίες, τη σύσφιγξη και επέκταση των κοινωνικών σχέσεων και ό,τι τέλος πάντων χαρακτηρίζει τις ανθρώπινες σχέσεις.

Μια αναδρομή στις τελευταίες δεκαετίες θα μας έδινε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε την εξέλιξη αυτών των σχέσεων.

Έτσι θα δούμε πόσο έχει αλλάξει και τυποποιηθεί όλη αυτή η διαδικασία. Παλιότερα στις ονομαστικές εορτές π.χ. όλοι θυμούμαστε πόσο ελεύθερα επισκεπτόμαστε στα σπίτια τους τους εορτάζοντες. Εκεί μας περίμενε ένα στρωμένο τραπέζι με το άσπρο του «καλό» τραπεζομάντηλο, στη μέση το βάζο με τα λουλούδια, πιάτα με αμύγδαλα, καρύδια, σύκα, συκομαϊδα ή του βάζου, λίγο σαλάμι, τυρί του νοικοκύρη, όπως και ελιές, άντε και λίγες πατάτες του φούρνου με λίγο κρέας, το απαραίτητο και άφθονο σπιτικό κρασί κι ό,τι τέλος πάντων ο εορτάζων ήταν σε θέση να προσφέρει. Όλα όμως απλά όχι πομπώδη και εξεζητημένα, γι αυτό και το κλίμα που εδημιουργείτο ήταν εξαρχής ευχάριστο, ζεστό, προσιτό και δεν δημιουργούσε αναστολές και άλλα «κομπιάσματα».

 Αυτό που έλειπε σχεδόν τελείως, εκτός και αν επρόκειτο για εορτή παιδιών, ήταν τα δώρα. Το πολύ πολύ κάποιοι να φέρνανε λουλούδια από τον κήπο τους ή μια μπουκάλα από το δικό τους το κρασί, έτσι να το πιούνε όλοι μαζί στην υγειά τους και να γίνει και η απαραίτητη σύγκριση ως προς τις ποιότητες, αλλά και προσφορά στην ευθυμία που θα ακολουθούσε σε λίγο με το απαραίτητο πρίμο-σεκόντο εμπλουτισμένο και ως την τετραφωνία, εφόσον η παρέα είχε τα «προσόντα».

 Η ένδυση και η καλλιστειακή παρουσία όπως συμβαίνει σήμερα, κυρίως στο ωραίο φύλο, έλειπε παντελώς . Όλοι το καλό μας ρούχο φορούσαμε που συνήθως ήταν ένα και μοναδικό.

 Χρόνια φτωχά, αλλά όμορφα, σχέσεις ψυχής, χαρά και κέφι αυθόρμητα, σχέσεις για ανθρώπους και όχι για τα σημερινά τυποποιημένα ρομποτάκια, όπως μας κατάντησε ο υπερ-καταναλωτισμός και η κοινωνία της αφθονίας που τα πήλινα πόδια τους έσπασαν, τραγικά,  στις μέρες μας.

 Μήπως ένα γύρισμα στα ντόπια, τα δικά μας, τα ελληνικά θα φέρει την ισορροπία μας;

ΑΠΕΡΓΗΣ ΚΩΣΤΑΣ